Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 4-6 Νοεμβρίου 2003
Μετάφραση: Ιωάννης Φούλιας
Η μουσική διακρίνεται από την γλώσσα εξαιτίας κυρίως του ότι η «σημασία» της (υπό την έννοια μιας εξωμουσικής σημασίας) δεν προσιδιάζει από καταγωγής σε αυτήν. Παρ’ όλα αυτά, διαθέτει τόσο έναν στοιχειώδη όσο και έναν παραδοσιακό συμβολισμό. Προοπτικές της θεωρίας της επικοινωνίας και της αισθητικής της πρόσληψης έχουν κατά τις τελευταίες δεκαετίες επιφέρει επανάσταση στην μεθοδολογική πορεία όλων σχεδόν των επιστημών της τέχνης. Κατά κάποιον τρόπο, η γλώσσα και η μουσική μπορούν να χαρακτηρισθούν ως επικοινωνιακά συστήματα.Το κυριότερο ενδιαφέρον της μουσικής ανάλυσης ήταν ανέκαθεν το να «διαμελισθεί» η δομή μιας συνθέσεως, δηλαδή με άλλα λόγια να διαπιστωθεί το πώς αυτή είναι «δουλεμένη». Πρέπει ωστόσο να αναλογισθεί κανείς ότι στο μουσικό έργο τέχνης δεν είναι όλα «δομή». Ο σκοπός της σημασιολογικής ανάλυσης συνίσταται όχι απλώς στο να φέρει στο φως αποσιωπημένα προγράμματα, αλλά στο να συλλάβει επιστημονικά την «έκφραση» της μουσικής και το «πνευματικό» στο έργο τέχνης. Μια γόνιμη σημασιολογική ανάλυση προϋποθέτει διάφορα πράγματα: την αποσαφήνιση της βιογραφικής κατάστασης κατά την οποία έχει δημιουργηθεί ένα έργο τέχνης, την εντατική μελέτη της ιστορίας της γένεσης, συμπεριλαμβανομένων των σκίτσων, την γνώση των πνευματικών ενδιαφερόντων και των προθέσεων του συνθέτη και, πρωτίστως, την συστηματική διερεύνηση της συμβολικής του γλώσσας.Πολλοί συνθέτες σημασιοδοτούν την μουσική τους μέσω παραθεμάτων και υπαινιγμών, μέσω ιδιοφωνικών και ηχητικών συμβόλων, μέσω μουσικών χαρακτήρων, μέσω αριθμητικών συμβολισμών, φθογγικών αναγραμματισμών και κρυπτογραφημάτων κάθε είδους. Ως παράδειγμα για την διαδικασία της σημασιολογικής ανάλυσης χρησιμεύει το Νυκτερινό σε σολ-ελάσσονα, opus 15 αρ. 3, του Fryderyk Chopin, γραμμένο το έτος 1833.
© Περιοδικό «Μουσικολογία»