Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 4-6 Νοεμβρίου 2003
Με την παρούσα έρευνα επιχειρείται μια μελέτη του τρόπου σύνδεσης ερμηνευτικών επιλογών και της δομής της μουσικής φόρμας. Η έρευνα αυτή δεν σχετίζεται με κάποια αισθητική κρίση από μέρους τού εισηγητή, αλλά γίνεται προσπάθεια να παρουσιασθεί η σημασία της μουσικής ανάλυσης σαν εργαλείο «αποκωδικοποίησης» του μουσικού έργου από μέρους του καλλιτέχνη / ερμηνευτή, με κύριο στόχο την ερμηνεία / απόδοση του έργου. Ως πεδίο έρευνας έχουν επιλεγεί τρεις σονάτες για πιάνο του Μπετόβεν – οι opus 2 αρ. 1, opus 53 και opus 111 – και συγκεκριμένα δύο στιγμές του πρώτου μέρους της κάθε σονάτας, που όχι μόνον έχουν μείζονα σημασία για τη δομή της φόρμας σονάτας, αλλά επί πλέον έχουν κοινή θέση στο μουσικό κείμενο.Στις στιγμές αυτές καταγράφονται οι ερμηνευτικές παρεμβάσεις τριών επιλεγμένων πιανιστών, εκπροσώπων τριών μεγάλων ευρωπαϊκών σχολών, της γερμανικής, της ρωσικής και της γαλλικής. Η αντιπαράθεση των παρεμβάσεων αυτών ως αισθητικών επιλογών οδηγεί σε κάποιες ενδιαφέρουσες σκέψεις για τη σχέση της φόρμας σονάτας προς την άποψη του ερμηνευτή, για την πορεία μιας ερμηνευτικής παράδοσης μέσα από τις αρχές των μεγάλων μουσικών σχολών και, τέλος, για την αξιολόγηση των παρεμβάσεων αυτών ως «λειτουργικών» όσον αφορά την συμβολή τους στην προσέγγιση και προβολή του μουσικού έργου.
© Περιοδικό «Μουσικολογία»