Περιλήψεις τεύχους 7-8 (1989)

Theodor W. Adorno

Άλμπαν Μπεργκ

Μετάφραση: Μιρέλλα Σιμωτά-Φιδετζή
Το άρθρο του Τ. Αντόρνο για τον Άλμπαν Μπεργκ είναι ένα από τα δοκίμια, μικρά διαμάντια αισθητικής κριτικής και συγγραφικού ύφους του φιλοσόφου της Κριτικής Σχολής της Φραγκφούρτης, στα οποία ως «αριστοτέχνης της ελάχιστης μετάβασης» (για να μεταφέρουμε στον ίδιο το χαρακτηρισμό του για το δάσκαλό του, Α. Μπεργκ), γεφυρώνει τις μεταβάσεις από τα πρώιμα κριτικά του δοκίμια και το καταστάλαγμά του στη Φιλοσοφία της Νέας Μουσικής (1949) στις ώριμες μονογραφίες του και στην Αισθητική Θεωρία του.
Ιδιαίτερα με το έργο του Α. Μπεργκ δεν έπαψε ο Αντόρνο να ασχολείται σε όλη του τη ζωή: το πρώτο του κείμενο για τον Μπεργκ δημοσιεύεται στα 1925 και αναφέρεται στην πρώτη παράσταση της όπερας Βότσεκ. Πέντε χρόνια αργότερα δημοσιεύει το ιδιαίτερα σημαντικό άρθρο «Η όπερα Βότσεκ», στο οποίο αναλύει ιδιαίτερα το πρόβλημα της διάστασης μεταξύ κατασκευαστικής αρχής και έκφρασης βάσει φιλοσοφικών σκέψεων που στάθηκαν καθοριστικές τόσο για τη Φιλοσοφία της Νέας Μουσικής, όσο και για όλο του το έργο. Στα 1937 ο Αντόρνο συμμετέχει με μία σειρά αναλύσεις έργων του δάσκαλού του στον τόμο που εκδόθηκε από τον Βίλλι Ράιχ για τον Μπεργκ. Στα 1955, 20 χρόνια από το θάνατο του συνθέτη, δημοσιεύει ένα άρθρο στη Βιέννη, του οποίου οι γενικές γραμμές αναπαράγονται στο κεφάλαιο «Τόνος» της μονογραφίας για τον Μπεργκ του 1968. Στα 1956, όπως μας πληροφορεί ο ίδιος, γράφει εκτεταμένα σχεδιάσματα για το έργο και την προσωπικότητα του Μπεργκ που έμειναν αδημοσίευτα και στα 1959 περιλαμβάνει στη συλλογή άρθρων του Klangfiguren το άρθρο που δημοσιεύουμε εδώ (βασικές σκέψεις και αναμνήσεις που περιέχονται στο άρθρο αυτό ανευρίσκονται και στο κεφάλαιο «Erinnerung» της μονογραφίας του 1968).
Έτσι, το άρθρο που δημοσιεύουμε εδώ επέχει στη συνέχεια της αλυσίδας της θεωρητικής εξέλιξης του Αντόρνο την ενδιάμεση θέση που βρίσκεται μεταξύ του δημιουργικού προβληματισμού για το αντικείμενο και του ώριμου κατασταλάγματος της σκέψης ενός θεωρητικού. Οι θέσεις-πυρήνες της θεωρίας του Αντόρνο για τη διαλεκτική εξέλιξη του μουσικού υλικού και τη σημασία του εκφραστικού περιεχομένου σ αυτή την εξέλιξη, όπως αποτυπώνεται στη συνθετική κατασκευή, διατυπώνονται εδώ υποδειγματικά, κατευθύνοντας τον αναγνώστη προς μία θεωρία σύγχρονου ύφους και σχέσης του προς την παράδοση. Η βασική του προσπάθεια πηγάζει από την ανάγκη ιστορικής νομιμοποίησης του έργου του δασκάλου του, πράγμα που νομίζουμε ότι επιτυγχάνει, διατηρώντας την αυτονομία της σκέψης του, όπως θα το ήθελε ο ίδιος. Όπως γράφει, τελειώνοντας, στον πρόλογο της μονογραφίας του για τον Μπεργκ στα 1968, λίγο πριν το θάνατό του: «Στον αποχαιρετισμό για μία κάπως μακρύτερη απουσία έστειλε ο Άλμπαν Μπεργκ μία κάρτα στο συγγραφέα, στην οποία παρέπεμπε στα λόγια του Χάγκεν από το Λυκόφως των Θεών: έσω πιστός (sei treu). Ο συγγραφέας δε θα μπορούσε να ευχηθεί τίποτε καλύτερο στον εαυτό του από το να το εκπληρώσει, χωρίς όμως η με πάθος ευγνωμοσύνη να επηρεάσει μία αυτονομία, όπως του την καλλιέργησε μουσικά ο (ίδιος) ο δάσκαλος και φίλος».

© Περιοδικό «Μουσικολογία»