Περιλήψεις τεύχους 20 (2011)
Βιβλιοπαρουσίαση

Χαρίκλεια Τσοκανή
Η κραυγή της Μέδουσας. Από τον μύθο στην μουσική, εκδόσεις «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 2006
Παρουσίαση: Αναστάσιος Χαψούλας

Χαρίκλεια Τσοκανή, Η κραυγή της Μέδουσας. Από τον μύθο στην μουσική

Η μουσική, σε οποιαδήποτε εκδήλωσή της και σε οποιαδήποτε μορφή που προσλαμβάνει, αποτελεί αφενός μεν ουσιαστικό στοιχείο ενός πολιτισμού, αφετέρου δε αισθητική έκφραση και δημιουργία του ανθρώπου. Για τον λόγο αυτό, η μουσική σχετίζεται άμεσα τόσο με το ιστορικό και πολιτισμικό πλαίσιο που ευνόησε τις συνθήκες επώασης και καλλιέργειάς της, όσο και με τον ίδιο τον άνθρωπο-δημιουργό.

Ως πολιτισμός μπορεί να ορισθεί το συνολικό δόμημα των υλικών και πνευματικών επιτευγμάτων ενός κοινωνικού συνόλου σε ένα, ορισμένο ή μη, ιστορικό πλαίσιο, το οποίο εκφράζει κάποια συγκεκριμένη κοσμοθεωρία, ηθικές και αισθητικές αξίες, αλλά και μία μορφή συλλογικής γνώσης και μνήμης, η οποία βρίσκει την έκφρασή της είτε στην γραπτή, είτε στην προφορική παράδοση. Κάθε πολιτισμός παρέχει συγκεκριμένα πλαίσια συγκρότησης και κατανόησης μιας πραγματικότητας, από την οποία συνάγονται οι διάφορες πιθανότητες δράσης για τα μέλη του. Ένας τέτοιος χώρος καλλιτεχνικής έκφρασης και δράσης είναι και η μουσική.

Το πόσο σημαντική είναι η μουσική για την κοινωνική ζωή, το αποδεικνύουν οι διάφοροι μύθοι περί γέννησης (συνήθως θεϊκής προέλευσης) της μουσικής που απαντώνται σε όλους τους πολιτισμούς. Ο μύθος του Γιλγαμές στον αρχαίο πολιτισμό των Σουμερίων, ο οποίος αποπειράται, χρησιμοποιώντας ένα τύμπανο, να προσεγγίσει τον κάτω κόσμο, ο μύθος του θεού Shiva στην προ-βεδική Ινδία, όπου με τον χορό του δημιουργεί την κοσμική αρμονία, ο μύθος του Ορφέα και της μαγικής δύναμης της λύρας του στην Αρχαία Ελλάδα, ή ο μύθος του θρυλικού Gu Pa στην Αρχαία Κίνα, ο οποίος με το ψαλτήριό του μπορεί να επηρεάζει τους θεούς και τις ψυχές των νεκρών, είναι μερικοί από αυτούς.

Σε ό,τι αφορά την ελληνική αρχαιότητα, ο μύθος του Ορφέα δεν είναι, ως γνωστόν, ο μοναδικός ο οποίος σχετίζεται με την τέχνη της μουσικής. Σύμφωνα με τον Πίνδαρο, ο μύθος του αποκεφαλισμού της Μέδουσας από τον ήρωα Περσέα αποτελεί μία πρώτη μαρτυρία για την διαδικασία μεταμόρφωσης της «κραυγής» ως αρχέγονου ή πρότυπου ήχου σε μουσική, υπό την έννοια μιας ενεργητικής-μιμητικής τέχνης.

Ο συγκεκριμένος μύθος αποτέλεσε ταυτόχρονα και έμπνευση για την συγγραφέα του βιβλίου Η κραυγή της Μέδουσας, Χαρίκλεια Τσοκανή, έμπνευση, η οποία οδήγησε σε μία ενδελεχή έρευνα των πολιτισμικών, ιστορικών και φιλοσοφικών διαστάσεων του μύθου, με στόχο την ανάδειξη μιας γενικότερης αντίληψης του αρχαίου ανθρώπου περί μουσικής, τόσο ως ηθικής, όσο και ως αισθητικής αξίας.

Για την επίτευξη του στόχου αυτού, η συγγραφέας προχωρεί αρχικά σε μια λεπτομερή παρουσίαση και, ταυτόχρονα, σε έναν διαρκή συσχετισμό συγκριτικού χαρακτήρα (ως προς το περιεχόμενο, την πληροφορία και τις πραγματιστικές διαστάσεις) του συγκεκριμένου μύθου με άλλους αυτοτελείς μύθους που αναφέρονται στην μουσική, αποπειρώμενη να ανιχνεύσει τις προϋποθέσεις κατανόησης, τα εσωτερικά κριτήρια των πηγών της, καθώς και να ερμηνεύσει το συμβολικό επίπεδο του μύθου ως μέσον αυτοσυνειδητοποίησης και ετεροκαθορισμού του ατόμου στην ελληνική αρχαιότητα.

Προσεγγίζοντας τον μύθο υπό την πλατωνική οπτική της έννοιας της «ψυχής» και των ηθικών κατηγοριοποιήσεων και αναλογιών της, και ερμηνεύοντας την ιστορικά σύγχρονη εξέλιξη της εικαστικής αναπαράστασης της Μέδουσας, η συγγραφέας καταλήγει στην παρουσίαση του Περσέα ως προσώπου, το οποίο μέσω της πράξης του οδηγείται στην αυτογνωσία, καθώς και στο συμπέρασμα ότι ο ήρωας και η Μέδουσα αποτελούν ουσιαστικά τους αντιστικτικούς πόλους ενός συνθετικού αποτελέσματος, το οποίο ως Συμβάν αυτονομείται και διεκδικεί την δυνατότητα πρόκλησης αναλόγων ενεργειών.

Στην προαναφερθείσα άποψη συνεπικουρεί και η ερμηνεία της σημασίας του βλέμματος της Μέδουσας ως συμβολικού στοιχείου επίδειξης δύναμης, πηγή της οποίας θεωρείται η ψυχική κατάσταση του «θυμού». Μέσω της αντιπαράθεσης της πλατωνικής σκέψης με εκείνη των τραγικών ποιητών, η συγγραφέας συμπεραίνει ότι προϋπόθεση μιας ισότιμης μάχης με την Μέδουσα αποτελεί η ίδιας έντασης δύναμη του βλέμματος, ως συμβόλου ανδρείας ψυχής, ικανής να αγνοήσει και να υπερβεί τα όρια του λογικού και τις ανθρώπινες συμβάσεις. Στην συνέχεια, παρουσιάζεται ο τρόπος με τον οποίο ο ήχος της κραυγής συντελεί στην εφεύρεση του αυλού, καθώς και στην δια μέσου του οργάνου διαδικασία μεταμόρφωσής του σε «Νόμο» της μουσικής τέχνης αλλά και σε παιδευτική αξία, σύμφωνα πάντοτε υπό το πρίσμα της πλατωνικής θεωρίας.

Τέλος, εξετάζονται αναλυτικά δύο κορυφαίες μουσικές θεότητες του αρχαιοελληνικού κόσμου, ο Απόλλων και ο Διόνυσος, ιδωμένες σε μία διαλεκτική σχέση με τους μύθους που αφορούν μία άλλη εξέχουσα μουσική προσωπικότητα, αυτήν του Ορφέα. Ο «μουσικός ανήρ», ως υπόδειγμα πολιτισμού, καταλαμβάνει ως έννοια κεντρική σημασία, στην προσπάθεια της συγγραφέως να αναδείξει τον ρόλο της μουσικής στην κοινωνική ζωή, ως στοιχείου συνειδητοποίησης κοινής ταυτότητας, αλλά και ως αποτέλεσμα μιας συνεχούς αγωγής που στοχεύει σε έναν εύρυθμο, έμμετρο βίο, στο πλαίσιο μιας πολιτικά οργανωμένης και πολιτισμικά αυτοπροσδιοριζόμενης κοινότητας.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, διερευνάται το πώς το θυμικό, άμορφο, ασταθές, διονυσιακό στοιχείο που εμπεριέχει την αρχέγονη κραυγή «εκπολιτίζεται» και μεταμορφώνεται σε μουσικά εύμορφο, έλλογο, σταθερό και απολλώνιο, σε αξία πολιτισμού και αναπόσπαστο γνώρισμα του «ευ αγωνίζεσθαι».

Ο Ορφέας παρουσιάζεται σε όλες τις σύνθετες και αντιφατικές διαστάσεις του: υποτιθέμενος γιος του Απόλλωνα, αλλά ταυτόχρονα και ιδρυτής του Τάγματος των Ορφικών, οπαδών του Διονύσου· από την άλλη πλευρά, δεξιοτέχνης εγχόρδου (απολλώνιου) οργάνου και όχι, όπως θα ήταν αναμενόμενο, δεξιοτέχνης του αυλού (διονυσιακή λατρεία)· γοητευτικός και ενθουσιώδης, αλλά ταυτόχρονα άμετρος και ασεβής, θεοποιεί την σαγηνευτική δύναμη της μουσικής του διαπράττοντας ύβριν και τιμωρείται, αφενός μεν χάνοντας για πάντα την Ευρυδίκη, αφετέρου δε με την φόνευσή του και τον διαμελισμό του από τις Μαινάδες.

Το εξαιρετικά ενδιαφέρον συμπέρασμα που προκύπτει από την ανάλυση της συγγραφέως είναι το ότι, για την αρχαιοελληνική αντίληψη, ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία διαθέτει ο «ενάρετος» μουσικός, εκείνος ο οποίος δύναται με την τέχνη και το ταλέντο του να εκφράσει το συλλογικό συναίσθημα, διατηρώντας την λεπτή ισορροπία μεταξύ του ορθολογικού και ανορθολογικού στοιχείου, παιδεύοντας τον ακροατή και οδηγώντας τον τελικά στην κάθαρση και την αυτογνωσία. Υπό την έννοια αυτή γίνεται κατανοητή και η επιφύλαξη της αρχαιοελληνικής σκέψης απέναντι στην επίδειξη υπερβολικής δεξιοτεχνικής αρτιότητας (ως στόχου και όχι ως μέσου), η αποκλειστική χρήση της οποίας, όσο γοητευτική και αν είναι, μπορεί να οδηγήσει σε ασέβεια, καθιστώντας τον άνθρωπο άμουσο και ιδιώτη.

Η κραυγή της Μέδουσας αποτελεί μία ακόμη απόδειξη του ότι ο Μύθος για την αρχαιοελληνική σκέψη δεν αποτελεί απλά μία εξιστόρηση και ερμηνεία φανταστικών η μη γεγονότων, αλλά αντανάκλαση μιας συλλογικής αντίληψης και θεώρησης του κόσμου, γεμάτης από πλήθος συμβολισμών και, ταυτόχρονα, κατόχου τεράστιας παιδευτικής αξίας.

Η συγγραφέας, χωρίς να στοχεύει σε μία ψυχαναλυτικού τύπου προσέγγιση ή σε μία συγκεκριμένη μεθοδολογική δομή, ερμηνεύει τα δεδομένα και τις διαφορετικές διαστάσεις του μύθου σε μια ιστορική εξελικτική πορεία των εκφάνσεών του, στηριζόμενη στην ίδια την επιχειρηματολογική δύναμη των πηγών της, η παρουσίαση και χρήση των οποίων γίνεται με τρόπο υποδειγματικό.

Μύθος και πραγματικότητα, συμβολισμός και περιεχόμενο, το στοιχείο του ανορθολογισμού και η φιλοσοφική θεώρηση αλληλοδιαπλέκονται και συνυφαίνονται σε μία διαλεκτική σχέση ερμηνειών, με στόχο τη ανάδειξη της σημασίας της μουσικής στην Αρχαιότητα, ως έκφρασης ηθικών και αισθητικών ποιοτήτων, αλλά και ως Τέχνης που δύναται να προσδίδει νόημα στον ίδιο τον πολιτισμό και την κοινωνία ως ολότητα.

 
© Περιοδικό «Μουσικολογία»