Μεταβατικότητα «υφής» και «ύφους» της νεοελληνικής μουσικής δημιουργίας (19ος-20ός αι.): ιστορική αναδρομή μέσω κριτικής αποτίμησης και των πρακτικών πηγών
Το πέρασμα από τον 19ο στον 20ό αιώνα ορίζει την μετάβαση από την μουσική ακμή των Επτανήσων προς την έναρξη της αθηναϊκής μουσικής ζωής, με την αργοπορημένη εμφάνιση της Εθνικής Μουσικής Σχολής να σηματοδοτείται από την ένταξη και δραστηριοποίησή της μέσα σε διάφορες πολιτικές, οικονομικές, ιδεολογικές και εκπαιδευτικές ιδιαιτερότητες του νεοελληνικού αστικού χώρου. Η πρόθεση των εκπροσώπων της να εκφράσουν στοιχεία «εθνικής» μουσικής ταυτότητας σε συνδυασμό με προγενέστερες παραδόσεις της δυτικοευρωπαϊκής μουσικής ή / και σύγχρονα μουσικά ρεύματα μέσα σε μια σύντομη χρονική περίοδο, οδήγησε στη διαμόρφωση διάδοχων δημιουργικών και καλλιτεχνικών «φάσεων» στη νεοελληνική μουσική, οι οποίες εκδηλώνονται ως στάδια μεταβατικότητας και εξέλιξης κατά τον 20ό αιώνα, αλλά, παράλληλα, σχετίζονται και με φαινόμενα της μουσικής ζωής του 19ου. Η ποικιλομορφία μουσικών χαρακτηριστικών στα έργα των ελλήνων συνθετών της περιόδου 1900-1950 συνδέεται με μια σειρά κριτηρίων που αφορούν σε επιρροές τους από την έντεχνη ευρωπαϊκή μουσική, όπου περιλαμβάνονται: ο «ρομαντικός εθνικισμός» του 19ου αιώνα, ιδιαίτερα μέσα από τις επιδράσεις της Ρώσικης Εθνικής Σχολής· υφολογικά στοιχεία γαλλικού ιμπρεσιονισμού και αντιρομαντικού νεοκλασικισμού, σε συνδυασμό με αποτελέσματα της σύγχρονης εθνομουσικολογικής έρευνας πάνω στο δημοτικό τραγούδι, όπως συναντώνται στα νεο-φολκλορικά κινήματα της κεντρικής Ευρώπης κατά την δεκαετία του 1920· στοιχεία καινοτομίας στη μουσική του 20ού αιώνα (με σαφείς επιδράσεις από τη Δεύτερη Σχολή της Βιέννης), αναμεμειγμένα με υλικό παραδοσιακής μουσικής, που οδηγούν στην επιλεκτική ανάδυση ενός ύφους «οικουμενικού εθνικισμού» (“universalist nationalism”). Η συνεξέταση και η κριτική ματιά επάνω σε ζητήματα νεότερης ιστορίας, μουσικής ζωής και συνθετικής ιδεολογίας καθορίζουν στάδια μετάβασης στο ύφος και την υφή της νεοελληνικής μουσικής δημιουργίας, από το 19ο μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα, λαμβάνοντας υπόψη και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την εξέταση των πρακτικών πηγών.
© Περιοδικό «Μουσικολογία»