Μετάφραση: Ούρσουλα Βρυζάκη
Η παρούσα διάλεξη επιχειρεί να αποσαφηνίσει με ποιον τρόπο μια άμεση και ανεπηρέαστη κριτική της ιδεολογίας μπορεί να συνδράμει στην συναίσθηση του ουτοπικού στοιχείου στην τέχνη, βάσει αποσπασμάτων του Adorno για μια Θεωρία της μουσικής αναπαραγωγής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η διάλεξη περιορίζεται σε προβλήματα ερμηνείας της κλασσικής και ρομαντικής μουσικής. Εν όψει της παγκόσμιας διαθεσιμότητας της μουσικής και της εξαντικειμενοποίησής της, ο Adorno μας υπενθυμίζει την άυλη φύση της μουσικής. Η μουσική είναι, σύμφωνα με το Απόσπασμα για τη μουσική και τη γλώσσα, «κάλεσμα του απρόθετου», δεν μπορεί δηλαδή να την αγγίξει καμία πρόθεση, ούτε η περιγραφική ούτε η παραστατική. Πουθενά στο μουσικό κείμενο η μουσική δεν εμφανίζεται με τρόπο θετικό, όλα μαζί τα σύμβολα του κειμένου δημιουργούν μια «αινιγματική εικόνα» (Rätselfigur), η οποία μας καλεί να «συνθέσουμε» την νοηματική συνάρτηση (Sinnzusammenhang) που προβάλλει ανάμεσα από τα μουσικά σύμβολα. Αυτή η ιστορία που κρύβεται πίσω από τα σύμβολα βρίσκεται μονίμως σε κίνηση, μεταβάλλεται διαρκώς. Η ταυτότητα του έργου ζει μέσα στο μη ταυτόσημο. Σύμφωνα με την κεντρική θέση του Adorno, «η ιδέα της μουσικής αναπαραγωγής είναι το αντίγραφο ενός μη υπαρκτού πρωτοτύπου», αφού «το έργο καθ’ αυτό δεν υφίσταται».
© Περιοδικό «Μουσικολογία»