Προλογικό σημείωμα

Το παρόν τεύχος του περιοδικού Μουσικολογία (τεύχος 14/2000) εγκαινιάζει μια νέα φάση στην ιστορία της έκδοσής του. Ακριβώς 15 χρόνια μετά την κυκλοφορία του πρώτου τεύχους (τεύχος 1/1985), οι εκδόσεις «Νέα Σύνορα» – Α. Α. Λιβάνη αναλαμβάνουν την ευθύνη μιας εξαμηνιαίας έκδοσής του, ισχυροποιώντας έτσι την παρουσία του περιοδικού στο μουσικολογικό χώρο στον τόπο μας. Εν τω μεταξύ, ο κύκλος των μελών και των εξειδικευμένων συγγραφικών δυνάμεων της Μουσικολογίας έχει αυξηθεί σημαντικά.
Στα 15 χρόνια που πέρασαν, η Μουσικολογία λειτούργησε ως βήμα έκφρασης των μουσικολογικών δυνάμεων του τόπου στον ακαδημαϊκό χώρο, στους ευρύτερους εξειδικευμένους κύκλους της μουσικής ζωής, αλλά και στο χώρο των καλλιεργημένων ερασιτεχνών. Δεν θα επαναλάβουμε σήμερα τους στόχους και τις αρχές που έθεσε το περιοδικό από τη στιγμή που ιδρύθηκε, τις οποίες ο σημερινός αναγνώστης μπορεί να διαβάσει στο προλογικό σημείωμα του πρώτου τεύχους ή στο προλογικό σημείωμα του τεύχους 9. Η Μουσικολογία είναι μεταπολεμικά το πρώτο εξειδικευμένο μουσικολογικό περιοδικό στην Ελλάδα, το οποίο έθεσε ως κύριο στόχο του την προώθηση των μουσικολογικών δυνάμεων και της έρευνας στον τόπο μας, ενώ ο χαρακτήρας του παρέμεινε πλουραλιστικός ως προς τάσεις και πρόσωπα.
Η Μουσικολογία βρίσκεται ήδη σε πολλές από τις βιβλιοθήκες σημαντικών Ινστιτούτων του εξωτερικού και ένας από τους στόχους της, στο ώριμο στάδιο που βρίσκεται σήμερα, είναι να διευρύνει τις συνεργασίες της και προς άλλα πεδία (όπως είναι π.χ. η Εθνομουσικολογία και η Μουσική Παιδαγωγική) με στόχο τη διεύρυνση της επιστημολογικής συζήτησης, καθώς και να ενθαρρύνει συνεργασίες με μουσικολόγους άλλων χωρών με στόχο τη διεύρυνση της συμβολής της στη διεθνή επιστημονική έρευνα. Ελπίζουμε μέσα από τις διεργασίες αυτές και μέσα από νέες δυνάμεις μουσικολόγων που διαμορφώνονται στον τόπο μας (οι απόφοιτοι και οι διδάκτορες των Τμημάτων Μουσικών Σπουδών «αυξάνονται και πληθύνονται») ότι θα καταστεί σταδιακά δυνατή και μεγαλύτερη εξειδίκευση, με τη δημιουργία εντύπων για κάθε μεγάλο πεδίο της μουσικολογίας, αλλά και ότι θα καταστεί δυνατός και ο ουσιαστικός διάλογος μεταξύ διαφορετικών μεθοδολογικών τάσεων.
Θεωρούμε σχετικό καθήκον μας με την έναρξη αυτής της νέας φάσης του περιοδικού να επισημάνουμε τη δημιουργική συμβολή των νέων δυνάμεων του περιοδικού, οι οποίες με ευσυνειδησία και δυναμική στοχοθεσία εργάστηκαν και εργάζονται, ανανεώνοντας τα πλαίσια του περιοδικού και παρέχοντας τις προϋποθέσεις της συνέχειάς του. Υπενθυμίζουμε επίσης ότι κατά την ίδρυση της Μουσικολογίας συνέβαλαν τόσο οι τότε νεότεροι μουσικολόγοι, όσο και ένα μέρος των ήδη καταξιωμένων προσωπικοτήτων της μουσικής ζωής και της μουσικολογίας, οι οποίες περιέβαλαν το περιοδικό με ενδιαφέρον και αγάπη και το προώθησαν με τα κείμενα και το κύρος τους. Στην ομάδα αυτή των ιδρυτικών μελών ανήκουν (κατά αλφαβητική σειρά) οι: Δημήτρης Γιάννου, Μάρκος Δραγούμης, Γιώργος Ζερβός, Ίων Ζώτος, Αντώνης Κοντογεωργίου, Απόστολος Κώστιος, Γιώργος Λεωτσάκος, Χάρης Ξανθουδάκης, Καίτη Ρωμανού, Βύρων Φιδετζής, Νίκος Χριστοδούλου, Όλυ Ψυχοπαίδη-Φράγκου.
Με μεγάλη μας χαρά επιθυμούμε επίσης να ανακοινώσουμε την ίδρυση «Σειράς Μουσικολογικών Μελετών», ως ειδικής σειράς των εκδόσεων της Μουσικολογίας στις εκδόσεις «Νέα Σύνορα» – Α. Α. Λιβάνη. Ως πρώτο βιβλίο της σειράς προγραμματίσαμε την Αισθητική της μουσικής του G. W. F. Hegel, ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της αισθητικής της μουσικής, στο οποίο αναφέρονται τα μαθήματα της αισθητικής της μουσικής σε όλες τις ακαδημίες και τα τμήματα μουσικολογίας του κόσμου, σε μια εξειδικευμένη μεταφραστική προσπάθεια του Μάρκου Τσέτσου με εκτεταμένο ερμηνευτικό επίλογο του ίδιου.
Η «Σειρά Μουσικολογικών Μελετών» επιδιώκει την κυκλοφορία στον τόπο μας έγκυρων μεταφράσεων μεγαλύτερων ή μικρότερων σημαντικών κειμένων της διεθνούς μουσικολογίας, αλλά και την προώθηση μονογραφιών Ελλήνων μουσικολόγων στη δημοσιότητα, ώστε να δημιουργηθεί μια βάση εξειδικευμένης βιβλιογραφίας στη γλώσσα μας. Στη σειρά προγραμματίζονται επίσης πραγματείες όπως είναι, σε έναν πρώτο σχεδιασμό, η Φιλοσοφία της νέας μουσικής, Moments musicaux και Impromptu του Adorno, η Εισαγωγή στη μουσικοπαιδαγωγική της S. Abel-Struth, που πιστεύουμε ότι μπορεί να καλύψει με τον εγκυρότερο τρόπο το εκδοτικό κενό όσον αφορά το φτωχό επιστημολογικό προβληματισμό του πεδίου αυτού στον τόπο μας, Η μουσική ως μήνυμα του Κωνσταντίνου Φλώρου, Η μουσική και το ωραίο του Η. Η. Eggebrecht, το Περί του μουσικά ωραίου του Ε. Hanslick, Οι ορθολογικές και κοινωνιολογικές βάσεις της μουσικής του Max Weber, το Μότσαρτ του Norbert Elias, η μονογραφία Εκκλησιαστική μουσική του μπαρόκ του Ίωνα Ζώτου, η Εισαγωγή στη μουσικολογία της Όλυς Ψυχοπαίδη-Φράγκου (συλλογή κειμένων και εισαγωγή), η Εισαγωγή στην αισθητική και κοινωνιολογία της μουσικής (συλλογή κειμένων και εισαγωγή) της ίδιας κ.ά.

 

Το τεύχος 14 περιλαμβάνει άρθρα παιδαγωγικών και ερμηνευτικής αισθητικής, φιλοσοφικής αισθητικής, κοινωνιολογίας της μουσικής, καθώς και αναλύσεις έργων.
Με το εκτενές άρθρο του Νικόλα Λαγουμιτζή «Η εξέλιξη της ερμηνευτικής αισθητικής στον 20ό αιώνα διαμέσου της διδακτικής του πιάνου. Δοκίμιο περί της μετάδοσης της γνώσης της μουσικής ερμηνείας» είναι η πρώτη φορά που το περιοδικό συμπεριλαμβάνει ένα πρωτότυπο κείμενο εφαρμοσμένης αισθητικής, στο οποίο γίνεται η προσπάθεια σύνδεσης της παιδαγωγικής θεωρίας της μουσικής με το πρόβλημα της σχέσης ορθολογικών και ανορθολογικών στιγμών της ερμηνείας και της διδακτικής της.
Στην ανίχνευση των προϋποθέσεων μιας «εφαρμοσμένης» Αισθητικής Θεωρίας, μέσω της σύγκρισης φιλοσοφικοαισθητικών εννοιών προς έννοιες μορφολογικών αναλυτικών μεθόδων και αποτελεσμάτων της ανάλυσης της μορφής της σονάτας στον Μπετόβεν στοχεύει το άρθρο της Όλυς Ψυχοπαίδη-Φράγκου. Το κείμενο του Adorno για το φετιχιστικό χαρακτήρα της μουσικής, βασισμένο σε παρατηρήσεις που έκανε ο συγγραφέας στην Αμερική, αποτελεί επίσης μια απάντηση στο κλασικό κείμενο του Walter Benjamin Το έργο τέχνης στην εποχή της αναπαραγωγιμότητάς του, το οποίο προσπαθεί να «σώσει» (Adorno) τη σφαίρα της βιομηχανίας της κουλτούρας, κάτω βεβαίως από άλλες ιδεολογικές και μεθοδολογικές προϋποθέσεις. Και τα δύο αυτά κλασικά κείμενα της σύγχρονης κοινωνιολογίας της τέχνης αποτέλεσαν αντικείμενο συζητήσεων της έρευνας και της διδασκαλίας επί δεκαετίες. Η μετάφραση έγινε από τα αγγλικά από τον Γιώργο Φιτσιώρη, πράγμα που «μετριάζει» συχνά το αντορνικό ύφος, αλλά παραμένει πιστό στο νόημά του, αποδίδοντας σοφά τη ζωντάνια του.
Μια πρωτότυπη συμβολή στη σύγχρονη σχετική έρευνα αποτελεί το άρθρο του Μάρκου Τσέτσου «Η Τέταρτη Συμφωνία του Dmitri Shostakovich: απόπειρα ερμηνείας ενός σκοτεινού έργου». Ως υπόδειγμα και αισθητική υλοποίηση πολλών κοινωνιολογικών προϋποθέσεων που αναλύονται στα κείμενα του Adorno και του Benjamin, που αναφέρονται παραπάνω και στα οποία παραπέμπει το άρθρο, το έργο αυτό και η ανάλυσή του από το συγγραφέα παρέχουν την αφορμή για περαιτέρω έρευνα προς την κατεύθυνση της κριτικής σχέσης της τέχνης προς στοιχεία του σύγχρονου πολιτισμού, όπως είναι στην αλληλοδιαπλοκή τους η τραγικότητα και η «ειρωνεία». Το άρθρο συζητά επίσης αποτελέσματα της πρόσφατης μουσικολογικής έρευνας που «ανακαλύπτει» σήμερα αυτή την πλευρά του μοντερνισμού.
Ο Νίκος Μαλιάρας στο άρθρο του «Johannes Brahms, Intermezzi op. 117. Διαπιστώσεις και σκέψεις για κάποιες θεμελιώδεις μουσικές έννοιες», ακολουθεί τη γραμμή της ερμηνείας του Brahms ως προοδευτικής κατεύθυνσης της συνθετικής τεχνικής.
Τέλος, ο Ίων Ζώτος μάς δίνει άλλο ένα δείγμα της σοφής του γραφής στο άρθρο «Ο Frederick Delius και οι ερμηνείες των Beecham, Barbirolli και Collins», όπου το πρόβλημα της πρόσληψης προσεγγίζεται ως πρόβλημα ερμηνειών, οι οποίες τοποθετούνται σε σχέση με το χαρακτήρα των έργων.
Οι βιβλιοπαρουσιάσεις που κλείνουν το τεύχος αναφέρονται σε ένα, εν τω μεταξύ, κλασικό θεωρητικό βιβλίο, το οποίο κυκλοφορεί εδώ και αρκετό καιρό και στη γλώσσα μας, την Εισαγωγή στη μουσική μορφολογία του Erwin Ratz (παρουσίαση: Γιώργος Ζερβός), του οποίου η σημασία για την ιστορία της μορφολογίας αλλά και η διδακτική του αξία παραμένουν ανεκτίμητες, καθώς και σε μία από τις πιο πρόσφατες μελέτες για τις Καντάτες του Bach του Eric Chafe, η οποία επελέγη και σχολιάζεται εκτενώς από την Καίτη Ρωμανού, τόσο επειδή συμπίπτει με τα 250 χρόνια από το θάνατο του Bach, όσο και επειδή αναφέρεται στην προσπάθεια της νεότερης μουσικολογικής έρευνας να φωτίσει, αναλύοντας τα έργα αυτά, τη μακρά παράδοση μέσα στην οποία εντάσσονται.
Η Μουσικολογία εισήγαγε το μέρος της βιβλιοπαρουσίασης μελετών της διεθνούς ειδικής μουσικολογικής βιβλιογραφίας, θεωρώντας το ιδιαίτερα σημαντικό για την επιστημονική συζήτηση και ελπίζει στον όλο και μεγαλύτερο εμπλουτισμό του.

© Περιοδικό «Μουσικολογία»